Η ομιλία του Γιώργου Αθανασίου στα "Φουρνιάδεια 2017"
Αναλυτικά η ομιλία του Γιώργου Αθανασίου: “Επειδή πολλοί φίλοι και από την Τροιζήνα, αλλά κυρίως από τον Πόρο, οι οποίοι δεν μπορέσανε να παραστούνε στην πράγματι απλή και ωραία εκδήλωση της Πολιτιστικής Κίνησης Τροιζήνας, για τα «Φουρνιάδεια 2017» μου ζήτησαν να δημοσιεύσω την ομιλία μου.
Αυτό που θα ήθελα να επισημάνω είναι η πράγματι εξαιρετική εγγραφή και απόδοση του CD του φίλοu Άρη Αντάνη για τον ύμνο της Τροιζήνας που ακούστηκε πριν την έναρξη της εκδήλωσης. ΤΟ ΘΕΪΚΟ ΨΗΦΙΣΜΑ (Το ψήφισμα της Τροιζήνας)
Το ιστορικό της εύρεσης:
Η ενεπίγραφη στήλη, όπως οι περισσότερη γνωρίζεται, βρέθηκε από τον Αργύρη Τίτιρη το 1932 με 33, στο λεμονοπερίβολό του. Από τότε χρησιμοποιείτο όπως λέγεται ως σκαλοπάτι στην είσοδο του σπιτιού του. Μέχρι το 1959 όταν ο καθηγητής των Γαλλικών στο Γυμνάσιο Πόρου και Πρόεδρος των Αρχαιοφίλων Τροιζηνίας, είχε ξεκινήσει τον αγώνα για την συγκέντρωση ότι αρχαίου υλικού υπήρχε στην επαρχία.
Το ιστορικό του Χρήστου Φουρνιάδη έχει γίνει επανειλημμένος γνωστό και δεν νομίζω ότι θα πρέπει να επανέλθουμε στον άνθρωπο που δημιούργησε με τις προσπάθειές του το έρεισμα για τις αρχαιολογικές έρευνες στην επαρχία μας και την ανάδειξή της ως έναν από τους ποιο ενδιαφέροντες Αρχαιολογικούς χώρους.
Το 1959 με την ενημέρωση των μαθητών του για την συγκέντρωση ότι υλικού είχε προέλευση από την αρχαιότητα, και η αλήθεια είναι ότι η Τροιζηνιακή γη έδωσε, αλλά πιστεύω ότι πολλά μπορεί ακόμα να δώσει εάν η Αρχαιολογική σκαπάνη ασχοληθεί συστηματικά, και με την καλλίτερη συνεργασία με τους κατοίκους, και οι μαθητές του Γυμνασίου από την Τροιζήνα βοήθησαν σε αυτή την προσπάθεια. Μεταξύ αυτών και ο συμπατριώτης μας Μανώλης Μπετενιώτης, ο οποίος οδήγησε τον καθηγητή του στην οικία Τίτιρη απ’ όπου παραλάβανε την ενεπίγραφη πλάκα, η οποία αποτελούσε πλατύσκαλο για να μπαίνει στο σπίτι του (και μάλιστα του το αντικατέστησαν άμεσα με τσιμέντο) και έτσι την μετέφεραν στο προσωρινό Μουσείο (αποθήκη) που είχε ιδρύσει ο Φουρνιάδης με την συμπαράσταση των δικών σας ανθρώπων. Εκεί την είδε και ο Αμερικανός Αρχαιολόγος Τζέϊμσον ο οποίος ασχολήθηκε με την μελέτη της. Μετά την ανακάλυψη από τον Τζέιμσον του περιεχομένου και την δημοσίευση του σε Αμερικανικό περιοδικό, το Υπουργ. Πολιτισμού έστειλε αστυνομικό αυτοκίνητο να την παραλάβει και να την μεταφέρει στο Επιγραφικό Μουσείο Αθηνών.
Μέχρι την ανεύρεση του ψηφίσματος, του οποίου οι διαστάσεις είναι ύψος 59,5 εκ. πάχος 08,5 εκ. και το πλάτος του είναι 37,5 και στο οποίο λείπει το κάτω άκρο. Από τις 47 σειρές μας ήτανε γνωστά τα γεγονότα που αναφέρονται στις 29 πρώτες σειρές και αυτά όχι στις λεπτομέρειές τους, όπως θα διαπιστώσουμε. Τώρα πλέον διαπιστώνεται ότι και από τις πρώτες 29 σειρές ορισμένες μόνον φράσεις είχαν αποδοθεί επί λέξει σε σωζόμενα κείμενα, ενώ μας είναι άγνωστα σημαντικά γεγονότα, από την καταστροφή και μη ύπαρξη του τμήματος που έχει χαθεί.
Πολλά ερωτηματικά έχουν προκύψει για την προέλευση αυτού του ψηφίσματος. Κατ’αρχάς θα πρέπει να πούμε ότι δεν είναι το πρωτότυπο αλλά ένα αντίγραφο το οποίο εγράφη περίπου 150 χρόνια μετά την μάχη των Θερμοπυλών και την ναυμαχία της Σαλαμίνας του 480 π.Χ., δηλαδή περί το 330 π.Χ. ή και αργότερα στους Ελληνιστικούς χρόνους. Τα ερωτηματικά που προκύπτουν είναι πως καταστράφηκε το πρωτότυπο. Στην καταστροφή των Αθηνών από τον Ξέρξη; εφθάρη από την παρέλευση του χρόνου λόγο μη σωστής συντήρησης; ή μήπως ξαναγράφτηκε την εποχή του Μ.Αλεξάνδρου και την εκστρατεία εναντίον των Περσών, ώστε να δικαιολογηθεί η εκστρατεία και να θυμίζει στους Έλληνες ότι πολεμούσαν εναντίον των Περσών ή και αργότερα για να διασωθούν τα γεγονότα. Σύμφωνα με την ανακοίνωση της Αρχαιολογικής Υπηρεσίας, όταν είχε ανακαλυφθεί η πλάκα, η ύπαρξή της μπορεί να συσχετιζότανε με το μνημείο που οι Τροιζήνιοι είχανε στήσει για ανάμνηση των γυναικοπαίδων προσφύγων που είχανε καταφύγει εκεί το 480 π.Χ. και το οποίο εσώζετο μέχρι τον 2ο αιώνα μ.Χ. όπως μας λέει ο Παυσανίας. Ακόμη πολλοί πιστεύουν ότι οι Τροιζήνιοι ήθελαν να υπάρχει στην πόλη τους μια διαρκής υπόμνηση των υπηρεσιών που προσέφεραν στους Αθηναίους κατά το παρελθόν. Πρόκειται για μία από τις ιστορικότερες επιγραφές επειδή συνδέεται με τον ένδοξο στρατηγό Θεμιστοκλή και τις μεγάλες στιγμές που έζησαν οι Έλληνες πριν και κατά τη ναυμαχία της Σαλαμίνας.
Περιμένοντας την εισβολή των Περσών και ερμηνεύοντας σωστά τους χρησμούς, που προέβλεπαν ότι οι Αθηναίοι θα σωθούν από τα « ξύλινα τείχη», ο Θεμιστοκλής εισηγήθηκε και η βουλή και ο δήμος αποφάσισαν, όχι τόσο εύκολα, την εκκένωση της πόλεως, την οποία εμπιστεύτηκαν στην προστάτιδά της Αθηνά και στους άλλους θεούς.
Πόσο εξαιρετική σπουδαιότητα απέδιδαν στην αρχαία εποχή στο ψήφισμα, που τώρα πια έχουμε την ακριβή διατύπωσή του, μπορούμε να την κατανοήσουμε διαβάζοντας ορισμένα αποσπάσματα από τα κείμενα του ρήτορα του 2ου αιώνα Αίλιου Αριστείδου, που ήταν μαθητής του Ηρώδου του Αττικού, και του Πολέμωνος. Στο λόγο του «Υπέρ των τεττάρων» ο Αριστείδης (όχι ο δίκαιος )αναφέρει ότι το «ψήφισμα αυτό για όλη την οικουμένη είναι το πιο ωραίο, το ποιο λαμπρό και το ποιο τέλειο επιχείρημα για προτροπή των ανθρώπων να είναι ενάρετοι, αφού με αυτό παρακινείται κανείς για όλα τα άριστα, δηλαδή να έχει εμπιστοσύνη στους θεούς, να βασίζεται στον εαυτόν του, να υφίσταται εκουσίως κάθε θυσία πριν ατιμασθεί, να είναι σταθερός στις αποφάσεις του, να μη μνησικακεί.»
Ο Αίλιος Αριστείδης προσθέτει ότι τις φράσεις του ψηφίσματος αυτού θα διατύπωσε κάποιος Θεός, που χρησιμοποίησε τη γλώσσα του Θεμιστοκλή και δεν ήταν δυνατόν να τις έχει εμπνευστή άνθρωπος που θα ήθελε να κολακεύσει τους ακροατάς του ή κανείς που δεν είχε υψηλά φρονήματα ή άλλος που δεν είχε τη δύναμη να επιβάλλεται στο ακροατήριό του.
Στον ίδιο λόγο του (Υπέρ των τεττάρων) ο Αριστείδης που είχε ζήσει περίπου 650 χρόνια μετά την εκστρατεία του Ξέρξη αναφέρει ότι ο Θεμιστοκλής επρότεινε το ψήφισμα του αφού είχε αποχωρήσει ο ελληνικός στόλος από το ακρωτήριο της Εύβοιας Αρτεμίσιο και αφού οι βάρβαροι είχαν εισβάλει στην Βοιωτία. Όλα αυτά, κατά τον Αίλιο Αριστείδη, τα είχε προβλέψει ο Θεμιστοκλής από καιρό και δεν εξεπλάγη τότε, αλλά, ενώ οι Πέρσαι εξορμούσαν από την ξηρά και από την θάλασσα, επρότεινε το ψήφισμα, που αναφέρει με την εξής περίληψη : «Την μεν πόλη να εμπιστευθούμε στην Αθηνά, που είναι προστάτρια των Αθηνών, τα παιδιά και οι γυναίκες να σταλούν στην Τροιζήνα, οι γέροι στη Σαλαμίνα και οι άλλοι, αφού μπουν στις τριήρεις, να αγωνισθούν για την ελευθερία».
Μετά την περίληψη αυτή του ψηφίσματος, ο ρήτωρας Αριστείδης, μη μπορώντας να συγκρατήσει τον ενθουσιασμό του, αναφωνεί :
«Πόσο μεγάλη και υπερφυσική δύναμη πνεύματος και πόσο θαυμαστή ρώμη πρέπει να έχει εκείνος, ο οποίος πρώτος ήλπιζε ότι θα έπειθε τους Αθηναίους να εκτελέσουν αυτές τοις προτάσεις του και δεν έχασε το θάρρος του αναλαμβάνοντας τόσο μεγάλα έργα! Πρέπει όμως να θαυμάση κανείς και την αρετή καθώς και την αγωγή των Αθηναίων πολιτών, που επείσθησαν να πάρουν αυτές τις αποφάσεις».
Τις συνθήκες που επικρατούσαν όταν οι Αθηναίοι επήραν τις αποφάσεις για την εκκένωση της πόλεώς τους, μπορούμε να αντιληφθούμε και από άλλο λόγο του Αίλιου Αριστείδη, που έχει τον τίτλο «Παναθηναϊκός».( ) Σ’αυτόν ο ρήτορας αναφέρει ότι το ψήφισμα εγκρίθηκε μετά την μάχη των Θερμοπυλών και μας παραθέτει άλλη μία σύντομη περίληψη της αποφάσεως των Αθηναίων « Ψήφισμα ποιούνται την μεν πόλιν επιτρέψαι τη πολιούχω θεά, παίδας δε και γυναίκας εις Τροιζήνα παρακαταθέσθαι, αυτοί δε γυμνωθέντες των περιττών προβαλλέσθαι την θάλατταν». ( Δηλαδή: Κάνουμε ψήφισμα και αποφασίζουμε την πόλη της Αθήνας την αφίσουμε στην προστασία της θεάς Αθηνάς, ενώ τα παιδιά και τις γυναίκες στέλνουμε στην Τροιζήνα, οι υπόλοιποι άνδρες αφού θα έχουνε απαλλαγή από την προστασία των γυναικών και των παιδιών τους θα επανδρώσουν τα πλοία).
Εκτός από το Αίλιο πληροφορίες για το Ψήφισμα έχουμε και από τον ιστορικό Ηρόδοτο ο οποίος έγραψε σχετικά με τα γεγονότα περίπου 50 χρόνια μετά την εκστρατεία του Ξέρξη, δηλ. το 430 και ο οποίος αναφέρει ότι μετά την επιστροφή τους από το Αρτεμίσιο οι άρχοντες των Αθηναίων ειδοποίησαν τους κατοίκους της Αττικής ότι ο καθένας θα έπρεπε να σώσει τους δικούς του ανθρώπους με όποιο τρόπο θα μπορούσε. Τότε οι περισσότεροι πολίτες έστειλαν τους ανθρώπους τους στην Τροιζήνα, άλλοι στην Αίγινα και άλλοι στην Σαλαμίνα. Όπως συνεχίζει να μας αναφέρει ο Ηρόδοτος, οι Έλληνες πριν από την σύγκρουσή τους με τους Πέρσες είχανε ορίσει σαν ναύσταθμο συγκέντρωσης του στόλου το λιμάνι των Τροιζηνίων τον Πώγωνα. Όταν όμως ο στόλος επιστρέφοντας κατευθύνθηκε στην Σαλαμίνα τότε έπλευσαν εκεί και τα πλοία που είχαν συγκεντρωθεί προηγουμένως στον Πώγωνα της Τροιζηνίας.
Ο Πλούταρχος αναφερόμενος στο ψήφισμα αναφέρει, «Αφού δε ενεκρίθη το ψήφισμαοι περισσότεροι από τους Αθηναίους έστειλαν τους γονείς και τις γυναίκες τους στην Τροιζήνα, όπου οι Τροιζήνιοι τους υποδέχονται με πολύ μεγάλη φιλοτιμία και έβγαλαν απόφαση να τους τρέφουν δημόσια δίδοντας στον καθένα δύο οβολούς και να έχουν τα παιδιά τους την άδεια να παίρνουν από παντού οπωρικά, ακόμη δε και να πληρώνουν μισθούς στους δασκάλους τους… Η πρόταση αυτή είχε εγκριθεί με πρόταση του Τροιζήνιου Νικαγόρα.
Μετά την ανεύρεση και την μελέτη του ψηφίσματος θα μπορούσαμε να πούμε ότι το αρχικό ψήφισμα συντάχθηκε πριν την ναυμαχία στο Αρτεμίσιο, όπως αντιλαμβανόμαστε από το κείμενο και όχι όπως πίστευε ο Αίλιος Αριστείδης, ότι η απόφαση για το ψήφισμα πάρθηκε μετά την νίκη των Περσών στις Θερμοπύλες και την αποχώρηση του στόλου από το Αρτεμίσιο. Χωρίς βέβαια να υπάρχουν και πολύ άλλοι προβληματισμοί. Το Ψήφισμα ξεκινάει ως εξής:
«Θεοί. Έδοξεν τη Βουλή και τω Δήμω Θεμιστοκλής Νεοκλέους Φρεάρριος είπεν»
Δηλαδή:
Θεοί.
Απόφαση της Βουλής και του δήμου.
Εισήγηση του Θεμιστοκλέους Νεοκλέους του Φρεαρρίου.
Οι Αθηναίοι να εμπιστευθούν την πόλη στην Αθηνά,
την προστάτιδα των Αθηνών, και σ’ όλους τους θεούς,
για να φυλάνε, και να αποκρούουν τους βαρβάρους
υπερασπίζοντας τη χώρα.
Και όλοι οι Αθηναίοι και οι ξένοι που κατοικούν στην Αθήνα
να μεταφέρουν τα παιδιά και τις γυναίκες τους στην Τροιζήνα
και να τα εμπιστευθούν…….. στον αρχηγέτη της χώρας.
Να ασφαλίσουν τους γέρους και την κινητή τους περιουσία στην Σαλαμίνα. Οι ταμίες και οι ιέρειες να μείνουν στην Ακρόπολη,
για να φυλάνε την περιουσία των θεών.
Όλοι οι άλλοι Αθηναίοι και οι ξένοι, που έχουν τη στρατεύσιμη ηλικία,
να επιβιβάζονται στα διακόσια πλοία, που έχουν ετοιμαστεί, και να αποκρούουν το βάρβαρο για την ελευθερία τη δική τους και των άλλων Ελλήνων μαζί με τους Λακεδαιμονίους και τους Κορινθίους και τους Αιγινήτες και όσους άλλους θέλουν να μετάσχουν στον πόλεμο.
Οι στρατηγοί από αύριο να ορίσουν διακόσιους τριηράρχους,
ένα για κάθε πλοίο, απ’ όσους έχουν γη και σπίτι στην Αθήνα,
γνήσια παιδιά, και δεν είναι πάνω από πενήντα χρονών,
και σ’ αυτούς να κληρώσουν τα πλοία, να κατανείμουν
και δέκα πεζοναύτες για κάθε πλοίο από εκείνους που είναι είκοσι χρονών, και τέσσερις τοξότες, και να κληρώσουν και το βοηθητικό προσωπικό για τα πλοία, όταν κάνουν και την κατανομή των τριηράρχων. Οι στρατηγοί να καταλογογραφήσουν και τους κωπηλάτες χωριστά για κάθε πλοίο σε λευκώματα παίρνοντας τα ονόματα
των Αθηναίων από το ληξιαρχικό βιβλίο,
των ξένων από τους καταλόγους του πολεμάρχου, να τους καταλογογραφήσουν χωρίζοντάς τους σε διακόσια τμήματα,
σε δύο ομάδες των εκατό, και να αναγράψουν στα τμήματα το όνομα της τριήρους και του τριηράρχου και της υπηρεσίας, για να γνωρίζουν
σε ποια τριήρη θα επιβιβασθεί κάθε τμήμα, και όταν χωριστούν όλα τα τμήματα και κληρωθούν στις τριήρης, η βουλή και οι στρατηγοί να κάνουν θυσία και παράκληση στο Δία τον Παγκράτη και στην Αθηνά και στη Νίκη και στον Ποσειδώνα τον Ασφάλειο, και να τους επιβιβάσουν.
Κι όταν έχουν επιβιβασθεί στα πλοία, να σπεύσουν με τα εκατό απ’ αυτά στο Αρτεμίσιο της Ευβοίας, με τα άλλα εκατό να ναυλοχούν γύρω από την Σαλαμίνα και την υπόλοιπη Αττική και να προστατεύουν τη χώρα, για να αποκρούουν όλοι οι Αθηναίοι συμφιλιωμένοι το βάρβαρο, οι καταδικασμένοι σε δεκαετή εξορία να πάνε στη Σαλαμίνα και να μείνουν εκεί, έως ότου πάρει κάποιαν απόφαση ο δήμος γι’ αυτούς , όσοι στερήθηκαν τα πολιτικά δικαιώματά τους…………….
Και τώρα θα μου επιτρέψετε να κάνω ένα δώρο στην Πολιτιστική Κίνηση Τροιζήνας και σε όλους τους συμπατριώτες μου. Το δώρο αυτό έχει την δική του ιστορία. Πριν 2 χρόνια είχα επισκεφτεί τον Μανώλη Μπεντενιώτη, με την ευκαιρία της πρότασης που είχα κάνει για την παραχώρηση του άνω ορόφου του κτιρίου και για την προτομή του Ιωνά. Επάνω στη συζήτηση μου πρότεινε εάν θα μπορούσαμε να αποκτήσουμε ένα αντίγραφο του ψηφίσματος του Θεμιστοκλή. Εγώ είχα τον προβληματισμό από παλαιότερα εάν υπήρχε η μήτρα, από το αντίγραφο που είχε γίνει για το Μουσείο του Πόρου, γιατί μου είχανε πει ότι δεν υπήρχε η δυνατότητα να γίνει άλλο αντίγραφο. Βέβαια δεν χρειαζόμουνα περισσότερη ενθάρρυνση. Και εκμεταλλευόμενος, το ότι είχα αρχίσει να ασχολούμαι με το Ιστορικό και Λαογραφικό Μουσείο, και παράλληλα ήμουνα Πρόεδρος των Φίλων του Αρχαιολογικού Μουσείου Πόρου και των Αρχαιολογικών χώρων Τροιζηνίας, Πόρου, Μεθάνων «ΧΡΗΣΤΟΣ ΦΟΥΡΝΙΑΔΗΣ», άρχισα έναν αγώνα μέχρι την υλοποίηση της επιθυμίας μας. Το αίτημα το έκανα ως Πρόεδρος των Φίλων ώστε να επιτύχω μεγαλύτερη πρόσβαση στο Επιγραφικό Μουσείο, γιατί η απόφαση χρειαζότανε απόφαση Υπουργού. Και έτσι από σήμερα, ένα αντίγραφο, από τα σημαντικότερα ευρήματα στην Τροιζηνιακή γη θα κοσμεί το Ιστορικό σας Μουσείο.
(Τα αποσπάσματα των ιστορικών, από την δημοσίευση του δημοσ. Μίλτου Παρασκευαϊδη, Εικόνες 1960).
Γιώργος Αθανασίου”