Παρουσιάστηκε στη Θεσσαλονίκη ο πάπυρος του Δερβενίου
Το αρχαιότερο βιβλίο της Ευρώπης αναγεννήθηκε από την τέφρα του. Η πρώτη έκδοση του παπύρου του Δερβενίου, με σχόλια και μετάφραση του κειμένου των 25 αιώνων που εμπεριέχει, παρουσιάστηκε την Πέμπτη στην κατάμεστη αίθουσα του Αρχαιολογικού Μουσείου Θεσσαλονίκης, παρουσία του συνόλου σχεδόν της πανεπιστημιακής κοινότητας, τοπικών αρχών, του γγ του υπουργείου Πολιτισμού Χρήστου Ζαχόπουλου κ.ά.
Την παρουσίαση της έκδοσης, που κυκλοφορεί μόνο στα αγγλικά (The Derveni papyrus), παρουσίασαν οι τρεις συγγραφείς της (Θεόκριτος Κουρεμένος, Γιώργος Παράσογλου και Κυριάκος Τσαντσάνογλου), συνεπικουρούμενοι από τους καθηγητές Ρίτσαρντ Χάντερ του Πανεπιστημίου του Κέιμπριτζ, Φράνκο Μοντανάρι του Πανεπιστημίου της Γένοβας και Γκρέγκορι Νάζ του Πανεπιστημίου του Χάρβαρντ και προέδρου του Κέντρου Ελληνικών Σπουδών.
Ο τελευταίος, μάλιστα, απηύθυνε πρόταση-πρόκληση προς του συγγραφείς της και τον εκδοτικό οίκο της έκδοσης, το Κέντρο Ελληνικών Σπουδών, να καταστεί ο «ηλεκτρονικός οικοδεσπότης» της έκδοσης. Προσφέρει δηλαδή τον δικτυακό του τόπο -με ειδική ιστοσελίδα του παπύρου- στην οποία οι συγγραφείς θα μπορούν να ενημερώνουν την έκδοση όσο συχνά το επιθυμούν, ενώ συγκεκριμένοι χρήστες θα μπορούν να διατυπώνουν τις δικές τους απόψεις.
«Δύσκολα μπορούμε να σκεφτούμε άλλο κείμενο -πέραν του παπύρου του Δερβενίου- που να έφερε τόσο κοντά ολόκληρο τον κόσμο της κλασικής φιλολογίας. Εάν το κείμενο του παπύρου μας υπενθυμίζει την ιστορία μας, δικαιώνει επίσης τις πράξεις μας και υποδαυλίζει τον πόθο μας για έναν καλύτερο κόσμο, έναν κόσμο στον οποίο θα διαθέτουμε αληθινή γνώση και ακόμη καλύτερα θα έχουμε συνείδηση πως τη διαθέτουμε» τόνισε, μεταξύ άλλων, ο καθηγητής Ρίτσαρντ Χάντερ.
Ο πάπυρος του Δερβενίου εντοπίστηκε το 1962, στη διάρκεια αρχαιολογικής ανασκαφής στο Δερβένι και από εκεί μεταφέρθηκε στο Αρχαιολογικό Μουσείο Θεσσαλονίκης. Σώθηκαν 266 κομμάτια, το μέγεθος των οποίων κυμαίνεται από αυτό ενός μεγάλου γραμματοσήμου έως αυτό μιας φακής. Τα περισσότερα τοποθετήθηκαν στη σωστή τους θέση, δημιουργώντας έναν κύλινδρο μήκους περίπου τριών μέτρων και μέγιστου ύψους 9,5 εκατοστών που περιείχε 26 στήλες κειμένου.
Η ανασύνταξη, μετάφραση και ερμηνεία του κειμένου ανατέθηκε αρχικά στον τότε καθηγητή του ΑΠΘ Στ. Καψωμένο και εκείνος το «κληροδότησε» το 1978 στο συνάδελφό του Κυριάκο Τσαντσάνογλου. Ακολούθησε στα μέσα της δεκαετίας του '80 ο καθηγητής της παπυρολογίας Γιώργος Παράσογλου και τέλος ο αναπληρωτής καθηγητής της κλασικής φιλολογίας Θεόκριτος Κουρεμένος.
«Το κείμενο που αποκαταστήσαμε δεν είναι τελικό σε όλες τις λεπτομέρειές του, ούτε πρόκειται να υπάρξει ποτέ «τελικό» κείμενο. Για κανέναν αρχαίο Έλληνα συγγραφέα δεν υπάρχει κάτι τέτοιο. Οι ειδικοί όμως έχουν πλέον μια έγκυρη βάση, πάνω στην οποία θα χτίσουν το δικό τους οικοδόμημα, διορθώνοντας και τροποποιώντας όπου χρειάζεται το δικό μας» τόνισε χαρακτηριστικά ο εκ των συγγραφέων της έκδοσης καθηγητής κ. Παράσογλου.