Σάββας Ν. Αθανασίου: Χρονολόγιο με τα σημαντικότερα γεγονότα στην Κατοχή: Στα Μέθανα, στον Πόρο και στην Τροιζηνία
ΤΟΥ ΣΑΒΒΑ Ν. ΑΘΑΝΑΣΙΟΥ: Το κείμενο που ακολουθεί επιχειρεί να καταγράψει τα σημαντικότερα γεγονότα, τους ανθρώπους, τις αιτίες που τα δημιούργησαν με μεγάλη προσοχή και σεβασμό στις οικογένειες των θυμάτων. Θέλω να ζητήσω συγνώμη, εκ των προτέρων, για λάθη, που ίσως να υπάρχουν, αλλά η προσπάθεια μου είναι να υπάρξει διάλογος ώστε να συμπληρωθεί με επάρκεια όλο το απαραίτητο υλικό πριν χαθούν οι μνήμες, δεδομένου ότι ελάχιστοι πλέον ζουν για να περιγράψουν την βαρβαρότητα που βίωσαν. Είναι γεγονός ότι ελάχιστα γραφτά υπάρχουν για την περίοδο 1940 -1944 και ίσως δεν αποδίδουν το εύρος των συγκλονιστικών ημερών της εποχής εκείνης. Ωστόσο, παραμένουν πολύτιμα κείμενα για περαιτέρω έρευνα. Πιθανώς, να υπάρξουν και αντικρουόμενες πληροφορίες και απόψεις γύρω από ορισμένα γεγονότα. Το περίεργο είναι ότι ούτε οι πρωταγωνιστές δεν θέλησαν να αφήσουν τα ιστορικά τους ίχνη, με τα κατορθώματα τους ή και με τα λάθη τους. Προσεκτικά, ας το επιχειρήσουμε εμείς ή τουλάχιστον όσοι θέλουν από εμάς...
00/00/1940: Κατά την απογραφή που έγινε στη Χερσόνησο των Μεθάνων, κατοικούσαν 2. 747 άτομα, που αποτελούν τον μεγαλύτερο πληθυσμό από το 1830, που έγινε η πρώτη απογραφή (1.084 κάτοικοι) μέχρι και σήμερα. Προφανώς, το φάσμα της πείνας οδήγησε πολλούς Μεθανίτες και συγγενείς τους στα χωριά της Χερσονήσου για να εξασφαλίσουν τροφή για την επιβίωση τους.
27/10/1940: Πραγματοποιείται συνεδρίαση του δημοτικού συμβουλίου του Δήμου Μεθάνων. Δήμαρχος ήταν ο Πέτρος Πάλλης. Πρόεδρος δημοτικού συμβουλίου ο Απόστολος Αθανασίου και δημοτικοί σύμβουλοι: Ιωάννης Λεσιώτης, Γεώργιος Παυλής, Βασίλειος Ι. Βλάχος, Ιωάννης Μαλτέζος, Ιωάννης Ψυχογιός Νικόλαος Β. Τριανταφύλλου, Αθανάσιος Λαζάρου, Δημοσθένης Τριανταφύλλου, Σπυρίδων Παπαϊωάννου και Γεώργιος Δ. Σκούρτης.
2/3/1941: Την Κυριακή 2 Μαρτίου διαλύεται το δημοτικό συμβούλιο.
0/4/1941: Από την περιγραφή του Μποστ, Μέντη Μποσταντζόγλου που υπηρετούσε στον Πόρο ως ναύτης: "Γύρω στην άνοιξη, και συγκεκριμένα τον Απρίλιο του 41, άραξαν έξω από τα Μέθανα μερικά Ελληνικά φορτηγά, ξεφεύγοντας ίσως από την κόλαση του Πειραιά και της Σαλαμίνας που δεν παρουσίαζαν καμμιά ασφάλεια. Αλλά οι Γερμανοί τα επεσήμαναν και την άλλη μέρα ένα σμήνος εμφανίστηκε πάνω από το νησί. Αμέσως ακούστηκαν οι σειρήνες στο στρατόπεδο, κι εγώ με δυο συναδέλφους, πεταχτήκαμε από το καμαράκι του ρολογιού όπου κοιμόμασταν το τελευταίο διάστημα για να είμαστε πιο κοντά στο πολυβόλο, ενώ οι ναύτες που μερικοί κρατούσαν όπλα Μάουζερ και είχαν βγει από τους θαλάμους, σκόρπισαν στον περίβολο μαζύ με τον Διοικητή και Υποδιοικητή.
Πετάξαμε το μουσαμεδένιο κάλυμμα, με χτυποκάρδι σημάδεψα ένα αεροπλάνο που πετούσε χαμηλά και πάτησα την σκανδάλη. Ευτυχώς το δύσχρηστο όπλο την ώρα εκείνη λειτούργησε και το μέγα θαύμα έγινε. Το Γερμανικό σκάφος μ’ ένα τρομερό σφύριγμα άρχισε να πέφτει κατακόρυφα. Δεν ήξερα τότε ότι αυτά τα σκάφη λέγονται Στούκας κι ούτε ήξερα τι ιδιότητες έχουν.
Γεμάτος χαρά και περηφάνια, παράτησα το πολυβόλο που είχε «μαγκώσει» πάλι άσχημα κι έτρεξα στο περβάζι της ταράτσας για να καθησυχάσω τον Διοικητή και τους άλλους υπαξιωματικούς που δεν είχαν ορατότητα.
- Κύριε Διοικητά, το σκάφος κατερρίφθη, φώναξα στεντορείως.
- Πήγαινε στη θέση σου, μου φώναξε ο Διοικητής άγρια και μην παρατάς το όπλο σου. Συνέχισε να ρίχνης.
Την ώρα που ξανάπιασα στα χέρια μου το άχρηστο όπλο, είδα τότε με έκπληξη το σκάφος που νόμιζα ότι είχα καταρρίψει να υψώνεται πάλι κατακόρυφα στον ουρανό. Την ίδια στιγμή έπεφτε πάνω στα αραγμένα βαπόρια ένα άλλο Στούκας και άδειαζε τις βόμβες του, ώσπου όλα τα εχθρικά αεροπλάνα, αφού πραγματοποιούσαν όλα την ίδια την διαδικασία – απότομη πτώση, απότομη άνοδο- απομακρύνθηκαν μέσα σε εκρήξεις, βροντές και μαύρους καπνούς. Φεύγοντας χτύπησαν και βούλιαξαν κι ένα ωραίο μαύρο κότερο που ήταν αγκυροβολημένο λίγα μέτρα έξω από την προκυμαία. Μάθαμε πως ήταν του Μπενάκη".
4/10/1941: Αναλαμβάνει Διοικούσα Επιτροπή τον Δήμο Μεθάνων, που αποτελείτο απο τους Πέτρο Πάλλη ( πρόεδρος) και μέλη τους Αναστάσιο Αντ. Βλάχο, Ιωάννη Λεσιώτη, Δημήτριο Τριανταφύλλου, Κωνσταντίνο Λαζάρου, Σπυρίδωνα Παπαϊωάννου και Σπυρίδωνα Σκούρτη.
18/4/1941: Αυτοκτονεί ο πρωθυπουργός Ποριώτης Αλέξανδρος Κορυζής.
24/4/1941: Βομβαρδίστηκε και βυθίστηκε το ατμόπλοιο “Πολικός” κοντά στην ακτή της Λουτρόπολης των Μεθάνων. Δεν υπήρξαν θύματα ή πνιγμοί.
27/4/1941: Οι Γερμανοί εισέρχονται στην Αθήνα. Στην Ακρόπολη υψώνεται η γερμανική σημαία με την σβάστικα.
2/11/1941: Αναλαμβάνει πρόεδρος της Διοικούσας Επιτροπής ο Αναστάσιος Αντ. Βλάχος, και μέλη οι Σπ. Παπαϊωάννου, Σπ. Σκούρτης, Κων. Χρ. Λαζάρου, Ιωάννης Λεσιώτης και Δημοσθένης Τριανταφύλλου.
24/4/1942: Αναλαμβάνει την Διοικούσα Επιτροπή ο ξενοδόχος Κωνσταντίνος Διαμαντόπουλος και μέλη οι Αθανάσιος Λαζάρου, Χρήστος Δήμας, Απόστολος Αθανασίου, Νικόλαος Τριανταφύλλου και Σπυρίδων Σκούρτης.
12/11/1942: Συλλαμβάνονται από τους Γερμανούς οι αλιείς, Στέφανος Γ. Δασκαλάκης και Αναστάσιος Αθαν. Γιαννούζης.
6/1/1943: Οι Στέφανος Γ. Δασκαλάκης, 57 ετών, αλιέας και Αναστάσιος Αθ. Γαννούζης, 45 ετών, εργάτης, εκτελούνται στο Σκοπευτήριο της Καισαριανής για κατοχή απαγορευμένων εκρηκτικών υλών.
0/00/1943: Δημιουργείται η ΕΠΟΝ Μεθάνων με επικεφαλής τον Αποστόλη (Τόλη ή Λώλη) Ανδρέα Ζαχαράτο, ενώ Γραμματέας του ΕΑΜ Μεθάνων έγινε ο γιατρός Βασίλειος Βαρδιάμπασης.
7/1/1943: Εκτελούνται στο Σκοπευτήριο Καισαριανής, ο φαρμακοποιός Νικόλαος Βιρβίλης, 38 ετών, ως όμηρος, ο αδελφός του Βασίλειος Βιρβίλης και ο ιατρός Νικόλαος Καρσιώτης, 38 ετών, για κατοχή πομπού και περίθαλψη βρετανού στρατιώτη.
0/00/1943: Οι Γερμανοί έκαψαν σπίτια στον Γαλατά, στα οποία, σύμφωνα με πληροφορίες τους, έμεναν οι οικογένειες ανταρτών.
00/06/1943: Δολοφονείται ο γιατρός Γ. Παπαντωνίου στο Φανάρι μαζί με άλλα 6 μέλη της ΕΠΟΝ. Ακολουθούν τα γραφόμενα της Γιάννας – Παιδούση – Παπαντωνίου σχετικά με την οικογένεια της: « Ο γιατρός Απόστολος Παπαντωνίου και η γυναίκα του Χρυσούλα Μπέκου είχαν έξι παιδιά, δύο γιους και τέσσερις κόρες. Ο γιατρός έφυγε από τη ζωή τις τελευταίες μέρες του Δεκέμβρη του 1942 σε ηλικία μόλις 52 χρόνων. Τη θέση του μέσα στην οικογένεια πήρε άξια η γυναίκα του με βοηθό της τον μεγαλύτερο γιο της, τον Γιώργο. Η Ιταλογερμανική κατοχή έπληξε και την οικογένεια του γιατρού, όπως και την κάθε Ελληνική οικογένεια. Η μητέρα Χρυσούλα προσηλωμένη στις εντολές του συζύγου της επιδόθηκε σε δύσκολο αγώνα να σπουδάσει τα παιδιά της. Αλλά η εχθρική κατοχή, που βρήκε όλα τα παιδιά στα σχολεία τους, ανάγκασε τη μητέρα να μαζέψει τα παιδιά της στο σπίτι της, ώσπου να περάσει ο δύσκολος καιρός. Η κατάσταση ήταν υποφερτή, η οικογένεια δεν στερήθηκε το ψωμί χάρη στις φροντίδες της μητέρας. Έτσι ήταν η κατάσταση όταν έφτασαν τα πρώτα μηνύματα της Εθνικής Αντίστασης. Η πρώτη κόρη Γεωργία δεν εδίστασε, οργανώθηκε αμέσως έχοντας κοντά της και τις τρεις μικρότερες αδερφές της, την Αναστασία, την Αδαμαντία και την Ελένη. Ο μεγάλος αδερφός, ο Γιώργος, μοίρασε τον εαυτό του ανάμεσα στα οικογενειακά βάρη και την Εθνική Αντίσταση και όταν του ζητήθηκε να προσφέρει τις υπηρεσίες του στην Αντίσταση στην περιοχή της Τροιζηνίας από το πόστο του καθοδηγητή της Ε.Π.Ο.Ν., υπάκουσε. Αλλά με κάθε ευκαιρία γύριζε στο σπίτι για να βοηθήσει την μητέρα, να δει τις αδερφές του και τον μικρό αδερφό του, τον Παντελή. Αυτό κράτησε ως τον Ιούνιο του 1944, όταν μια μικρή Γερμανική δύναμη από πολλούς «ταγματασφαλίτες» έκαναν εκκαθαριστική επιχείρηση στην Ερμιονίδα και στην όμορφη Τροιζηνία. Η ντόπια αντίδραση πανηγύριζε. Οι «ταγματασφαλίτες» αφοσιωμένα εκτελεστικά όργανα των Γερμανών, προβαίνανε σε εκτελέσεις χωρίς να δίνουν λόγο σε κανένα.
Ο Γιώργος περέμεινε στην Τροιζηνία μαζί με έξι άλλους ΕΠΟΝίτες, τέσσερα αγόρια και δύο κορίτσια, που ακολούθησαν μία αντάρτικη δύναμη σε ορεινή περιοχή της Τροιζηνίας και έτσι δεν ήρθαν σε επαφή με τον εχθρό. Και όταν οι εχθρικές δυνάμεις υπεχώρησαν προς τα νώτα της Ερμιονίδας, τότε στην Τροιζηνία θριάμβευσε η ντόπια αντίδραση. Με την εχθρική υποχώρηση, δόθηκε εντολή από την αντάρτικη διοίκηση να επιστρέψουν όλοι στις βάσεις τους. ο Γιώργος πήρε το προσωπικό του ΕΠΟΝίτικου γραφείου της Τροιζηνίας και κατέβηκε στο χώριο Κάτω Φανάρι, όπου ήταν η βάση του. ο Γιώργος ήταν πολύ αγαπητός σε όλη την περιοχή. Σε όποιο χωριό πήγαινε οι χωριανοί μαζεύονταν γύρω του και τον άκουγαν να τους μιλάει για τα δικά τους ενδιαφέροντα και για τα καθημερινά προβλήματά τους. Τον έλεγαν «ο Γιώργος το παιδί του γιατρού μας», γιατί δεν μπορούσαν να ξεχάσουν τον πατέρα του Γιώργου, που αψηφούσε χειμώνες και λιοπύρια και πήγαινε στα χωριά τους, όπου υπήρχε άρρωστος. Αλλά η ντόπια αντίδραση αγρυπνούσε. Συμβούλια και διαβούλια κρυφά για το πώς θα εξολοθρεύσουν όλο το προσωπικό του γραφείου της Ε.Π.Ο.Ν. «Και έλαβαν βουλή οι άνομοι» μιας και δεν τους είχαν στείλει ακόμα όπλα, να χρησιμοποιήσουν τα μαχαίρια τους. Ενώ παράλληλα ζήτησαν από το Γιώργο να τους μιλήσει να ξαναοργανωθούν, να τους ενθαρρύνει. Και στήσανε τραπέζι γιορτινό στην αυλή της εκκλησίας του χωριού του Αγίου Χαράλαμπου. Ο Γιώργος στο μεταξύ οδοιπορώντας μέσα από βουνά έφτασε κρυφά στα Δίδυμα. Ήθελε να συναντήσει το θείο του, αδερφό του πατέρα του και να τον συμβουλευτεί. Βρήκε τρόπο και ειδοποίησε το θείο του, αλλά αυτός του παράγγειλε «όπως έστρωσε να κοιμηθεί». Γυρίζοντας ο Γιώργος προς την Τροιζηνία, συνάντησε πάνω στο Μεγαλοβούνι (το όρος Δίδυμα) έναν βοσκό μακρινό συγγενή του. του έδωσε νερό ο βοσκός και προσπάθησε να τον πείσει να μείνει μαζί του στο βουνό. Ο Γιώργος σκέφτηκε τους συντρόφους του και συνέχισε την πορεία του. Έφτασε στο Κάτω Φανάρι και πήγε στο σπίτι που φιλοξενιόταν. Εκεί η νοικοκυρά, μακρινή συγγενής μας και αυτή, προσπάθησε να τον πείσει να μην πάει στο τραπέζι που ετοίμαζαν. Η μυρωδιά του αίματος είχε απλωθεί πάνω από το χωριό. Η γυναίκα προσπάθησε αλλά μάταια. Ο Γιώργος της είπε «εκεί κάτω βρίσκονται έξι παιδιά, οι σύντροφοί μου, δεν μπορώ να τους αφήσω». Τη χαιρέτησε και έφυγε και πήγε στο τραπέζι του θανάτου. Εκεί γύρω η ατμόσφαιρα ήταν πανηγυριώτικη. Κανένα σημάδι δεν έδειχνε τον ερχομό του θανάτου. Μια στιγμή φώναξαν, ιδιαίτερα το Γιώργο και του είπαν «σήκω και φύγε». Ήταν η ώρα που ο Γιώργος κατάλαβε το βάθος του μίσους που είχε θρέψει στις ψυχές των απλών ανθρώπων του χωριού η ντόπια αντίδραση. Και τους απάντησε «Εσείς με καλέσατε, δεν ήρθα μόνος». Του ξαναείπαν «σήκω και φύγε». Και τους ανταπάντησε «σύμφωνοι, παίρνω τα παιδιά και φεύγω». «Όχι» του είπαν κοφτά «θα φύγεις μόνος». «Δεν ήρθα μόνος και μόνος δεν φεύγω» τους αποκρίθηκε κι έμεινε κοντά στους συντρόφους του. σε λίγο το λόγο πήραν τα μαχαίρια. Πέντε παλληκαράκια και δυο κοπελίτσες σφάχτηκαν σαν τα αρνιά του Πάσχα. Έμειναν νεκρά εκεί στον τόπο της εκτέλεσης, μόνα στην αυλή του Αγίου Χαράλαμπου ως τα χαράματα που μερικοί χωριανοί πήγανε και τα σβάρνισαν σε μια αρκετή απόσταση, όπου υπήρχε ένας ασβεστόλακκος. Τα σώριασαν το ένα πάνω στο άλλο, ο παπάς του χωριού κοιμότανε. Έμειναν χρόνια στον ασβεστόλακκο, ώσπου ο ιδιοκτήτης του χωραφιού που ήταν ο ασβεστόλακκος, τώρα τα τελευταία χρόνια (εξήντα χρόνια λογαριάζω) έβαλε μια μπουλντόζα, ανέσκαψε το λάκκο, θρυμμάτισε τα οστά και τα σκόρπισε στο χωράφι του για λίπασμα. Και τούτο για να μη μείνει σημάδι να τους θυμίζει το έγκλημά τους, ούτε στους επιζώντες, ούτε στους απογόνους τους. Και κανένας τους δεν σκέφτηκε πως εκεί στην αυλή του Αγίου Χαράλαμπου ζει και σπαρταράει αιώνια το αγνό αίμα εφτά θυσιασμένων παιδιών, εφτά μαρτύρων της Εθνικής Αντίστασης. Ποια ήταν τα παιδιά αυτά ποτέ δε μαθεύτηκε. Στην αρχή λέγανε πως ήσαν ξένοι, όμως εξήντα χρόνων έρευνα έδειξε ότι το ένα από τα κορίτσια ήταν η Δήμητρα Λαμπροπούλου, γέννημα – θρέμμα του Κάτω Φαναριού. Ύστερα λέγανε πως ήτανε Ρώσοι κι όταν τους ρώτησα αν μιλούσαν Ελληνικά απάντησαν «ναι μιλούσαν Ελληνικά». «Κι αν ήσαν Ρώσοι έπρεπε να τους σφάξετε;» Με αμηχανία απαντούν, χάνουν τα λόγια τους, «ε τότε έτσι ήταν τα μυαλά μας». Τώρα την ευθύνη την ρίχνουν σε κάποιον «Ρούντο» και λένε πως αυτός ήταν ο αρχιφονιάς. Ήταν ένας άνθρωπος που είχε κάνει κι άλλα φονικά, έμπαινε στη φυλακή και σε λίγο έβγαινε. Μαζί του ήτανε και μια Κατερίνα Γουβίταινα, ήτανε κι ένας νεαρός Καραγιάννης. Τα ρίξανε όλα σε ένα φουκαρά, Ψυχογιό λεγόμενο, που δικάστηκε κι έκανε κάμποσα χρόνια στη φυλακή. Αλλά και στη δίκη και στη φυλακή και ύστερα όπου στεκόταν έλεγε «δεν είμαι εγώ, δεν έκανα εγώ τέτοιο πράγμα». Για τον «Ρούντο» λένε πως όταν θα πέθαινε κάλεσε τον παπά και εξομολογήθηκε το πολλαπλό έγκλημά του.
00/00/1943: Αντάρτες ακινητοποίησαν το καίκι του Δημητρίου Κακούρη, το οποίο είχε αναχωρήσει από τον Πόρο με πορεία προς τον Πειραιά, κοντά στο Μπογάζι και σκότωσαν συνολικά 6 επιβαίνοντες, μεταξύ αυτών ήταν ο δήμαρχος Αχιλλέας Παπαντωνίου, ο δασάρχης Ι. Παπαχρήστου, ο αστυνόμος Πέτρος Γουβιώτη η Μεθενίτισα Αικατερίνη Γκιώνη και άλλα δύο άτομα. Τρεις άντρες της ένοπλης αντίστασης κατέλαβαν το καΐκι στο Μπογάζι, το οδήγησαν σε όρμο κάτω από την Τακτικούπολη, την έβγαλαν με τη βία από το σκάφος. Μέσα στο καϊκι ήταν και πολλοί άλλοι, όπως ο Μίμης Νόσης, ο Νίκος Βέττας κ.ά. που, όμως, γλίτωσαν. Εκτελέστηκαν επίσης ο Ταμίας Λεωτσάκος, ο δικαστικός κλητήρας Μιχαήλ Σχίζας, ο Σπύρος Καραδήμας, ο τεχνίτης μυλόπετρων Γιάννης Στεργίου, ο Ευάγγελος Παλυβός, ένας κουτσός λούστρος του Πόρου, ο Προκόπης από την Υδρα, και άλλοι λόγω προσωπικών διαφορών, η γιατί θεωρήθηκαν χαφιέδες.
00/00/1943: Συλλαμβάνονται στα Μέθανα και μεταφέρονται στην Γκούρα της ορεινής Κορινθίας, όπου εκτελέστηκαν από τους αντάρτες ο δήμαρχος Μεθάνων Πέτρος Πάλλης και ο Αντώνης Παπαϊωάννου.
00/00/1943: Εγκαθίσταται Γερμανική Φρουρά στον Άγιο Γεώργιο Κουνουπίτσας Μεθάνων. Η έδρα ήταν η εκκλησία, η οποία μαζί με τα κελιά χρησιμοποιήθηκαν για τη στέγαση της.
00/00/1943: Συλλαμβάνεται και εκτελείται από αντάρτες στα Μέθανα ο Τηλέμαχος Τριανταφύλλου.
00/00/1943: Σκοτώνονται 7 Μεθανίτες κατά την διάρκεια προσπάθειας τους να αφαιρέσουν πυρίτιδα από θαλάσσια νάρκη. Η περιοχή αυτή, από τότε ονομάστηκε “Στους Σκοτωμένους”.
00/00/1943: Συλλαμβάνεται στην Τροιζήνα, από τους Γερμανούς, ο Βασίλειος Πανουσόπουλος, επειδή βρήκαν οπλισμό στην αυλή του σπιτιού του. Στο σπίτι έβαλαν φωτιά, μέσα στο οποίο βρισκόταν ο τρίχρονος γιος του Αναστάσιος Πανουσόπουλος, ο οποίος διασώθηκε, ύστερα από απεγνωσμένες κραυγές και παρακάλια γειτόνων. Ένας από τους Γερμανούς, αυστριακής καταγωγής, μπήκε μέσα στο φλεγόμενο σπίτι, τύλιξε το παιδί με μια κουβέρτα και το έσωσε. Ο πατέρας του, μεταφέρθηκε στις φυλακές της Αίγινας, όπου παρέμεινε κρατούμενος μέχρι το 1950.
11/1/1944: Βομβαρδίζεται από τους Συμμάχους το λιμάνι του Πειραιά. Εκείνη την ημέρα σκοτώθηκε ο Ποριώτης Δημήτριος Σπ. Κουμπής.
18/4/1944: Εκτελείται από αντάρτες ο έπαρχος Σκιπίων Φιντάνα, στα σκαλιά του ξενοδοχείου Μάνεση.
01/5/1944: Το ΕΛΑΝ Αργολίδας, με επικεφαλής τον Σταμάτη Γ. Σκούρτη μεταβαίνει στην Κίμωλο και απελευθερώνει 6 γυναίκες κρατούμενες.
15/6/1944: Στις Δυνάμεις που επιτέθηκαν και έκαψαν το Βαλτέτσι (15-6-44) μετείχε και ο μεγαλόσωμος Νίκος Μπέλλος από την Τροιζήνα, τον οποίο οι Βαλτετσιώτες βρήκαν νεκρό μπροστά στην πόρτα του σπιτιού του Κρίκωνα (τώρα Γιάννη Σαραντόπουλου-Ψαθά). Από τη μέση και πάνω ήταν γυμνός και έφερε κοιλιακό τραύμα με πρόχειρη επίδεση. Φαίνεται ότι τραυματίστηκε σε άλλο μέρος και μεταφέρθηκε στην απυρόβλητη αυτή τοποθεσία όπου και πέθανε. Το νεκρό αυτό έθαψαν μετά δυο μέρες ο γερο-Δήμος Παλυβός και ο παπα – Θόδωρος Σταματόπουλος
00/6/1944: Συλλαμβάνεται ύστερα από ενέδρα σε καλύβα στη Ψήφτα, ο αντάρτης Μήτσος Λέκκας, από το Μεγαλοχώρι Μεθάνων, γνωστός με το όνομα “Ολύμπιος”. Το απόσπασμα, που το συνέλαβε, αποτελείτο από Έλληνες, κατοίκους του Φαναρίου, του έκοψαν το κεφάλι και το περιέφεραν στα χωριά και στην παραλία του Πόρου, όπου πήγαν για να εισπράξουν από τους Γερμανούς την αμοιβή επικήρυξης. Μάλιστα, μέχρι να μεταβούν στον Πόρο, το κομμένο κεφάλι το έβαλαν μέσα σε ένα ταγάρι που το κρατούσε ο απαγχονιστής του. Η επικήρυξη ανέφερε ότι θα πάρει τα χρήματα όποιος έφερνε το κεφάλι του Μ. Λέκκα καρατομημένο. Το θέαμα ήταν τόσο αποκρουστικό που μέχρι και οι Γερμανοί τους διέταξαν να σταματήσουν να περιφέρουν το κομμένο κεφάλι στους δρόμους.
4/6/1944: Συλλαμβάνεται και απαγχονίζεται από τους Γερμανούς ο Νικόλαος Μπούρας, στο Νιχώρι, κοντά στο δρόμο Τραχειάς – Κρανιδίου.
5/6/1944: Συλλαμβάνονται 80 άνδρες σε μπλόκο που έκαναν οι Γερμανοί, μετά από εκκαθαριστική επιχείρηση που έγινε στον Καρατζά και στην Αγία Ελένη για την ανεύρεση Άγγλων κατασκόπων και ανταρτών. Από αυτούς οδηγήθηκαν για εκτέλεση συνολικά 23 κάτοικοι του Καρατζά. Πέθαναν από τις σφαίρες του εκτελεστικού αποσπάσματος οι 17 (Ανδριανός Ευάγγελος του Αθανασίου, 18 ετών, Γιακουμής Παναγιώτης του Κωνσταντίνου, 32 ετών, Γιακουμής Παναγιώτης του Χαραλάμπους 29 ετών, Δανόπουλος Κοσμάς του Μωυσή 22 ετών, Δανόπουλος Μωυσής του Φιλίππου 49 ετών, Δερματάς Αθανάσιος του Κωνσταντίνου, 41 ετών, Λεβέντης Ανάργυρος του Ιωάννη, 28 ετών, Λιβανός Παναγιώτης του Γεωργίου, 30 ετών, Μούγιος Αθανάσιος του Δημητρίου, 25 ετών, Μούγιος Νικόλαος του Δημητρίου, 32 ετών, Μούγιος Γεώργιος του Ιωάννη, 21 ετών, Μπάκας Αθανασιος του Γεωργίου 29 ετών, Μπάκας Κωνσταντίνος του Γεωργίου, 23 ετών, Μπελεσιώτης Ανάργυρος του Αντωνίου, 21 ετών, Μπελεσιώτης Αντώνιος του Αθανασίου, 55 ετών, Σαχίνης Κωνσταντίνος του Σταύρου 27 ετών και Σαχίνης Σταμάτης του Σταύρου 33 ετών. Οι υπόλοιποι 6 από εκτελεσθέντες τελικά επέζησαν γιατί γλύτωσαν από την χαριστική βολή και κατόρθωσαν να ξεφύγουν από το χώρο της εκτέλεσης: (Ανδριανός Γεώργιος του Αθανασίου, Θεοδωρόπουλος Σταμάτης του Αριστείδη, Λεβέντης Χρήστος του Ιωάννου, Μπάκας Γεώργιος του Αθανασίου, Μπάκας Κωνσταντίνος του Αθανασίου και Σαχίνης Παναγιώτης του Σταύρου).
27/9/1944: Εκτελείται ο Βαγγέλης ( με επιφύλαξη: Παπαματθαίου). Σε πόρτα των κελιών της Γκεστάμπο στην οδό Μέρλιν, είχε γράψει: “Όποιος δύναται ας ειδοποιήσει στον Πειραιά στο σπίτι μου ότι μπήκα ζωντανός στον τάφφω. 27/9/44. Βαγγέλης από Μέθενα. Θερμοπυλών 125 Πειραιάς”.
10/10/1944: Αποβιβάζεται στον Πόρο, ο “Ιερός Λόχος”.
16/10/1944: Καταπλέει το θωρηκτό “Αβέρωφ” στον Πόρο μεταφέροντας την Κυβέρνηση Εθνικής Ενότητας υπό τον πρωθυπουργό Γεώργιος Παπανδρέου.
ΣΗΜΕΙΩΣΗ: Το κείμενο και τα στοιχεία βρίσκονται ακόμα υπό επεξεργασία και διασταύρωση των στοιχείων και των ημερομηνιών.
Ημερομηνία τελευταίας εγγραφής: 28 Οκτωβρίου 2016